Γράφτηκε από τον Βασίλειο Πολύζο
Μπορεί άραγε ένα είδος εναλλακτικής μορφής τουρισμού, να αποτελέσει έναν πολύ δυναμικό παράγοντα για να επιστρέψει η χώρα μας στην ανάπτυξη;
Όταν αναφερόμαστε στον γαστρονομικό τουρισμό, η απάντηση είναι ΝΑΙ. Ο γαστρονομικός τουρισμός, είναι εκείνη η μορφή τουρισμού, η οποία μπορεί να συμβάλλει αφενός στην ανάπτυξη του τουριστικού μας προϊόντος, αφετέρου στην αναζωογόνηση του αγροτικού μας κλάδου και φυσικά στην μεγέθυνση της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας.
Τι είναι όμως ο γαστρονομικός τουρισμός; Είναι εκείνο το είδος τουρισμού, το οποίο διακατέχεται από την κουλτούρα της τοπικής κουζίνας. Αναφερόμαστε δηλαδή στην ανάδειξη του γαστρονομικού μας πλούτου (φαγητό και κρασί) και στην ενσωμάτωση του στο τουριστικό προϊόν της Ελλάδας.
Πως μπορεί να ενσωματωθεί όμως η γαστρονομία στο τουριστικό προϊόν μιας χώρας; Ο γαστρονομικός τουρισμός διαθέτει ένα πλούσιο χαρτοφυλάκιο προιόντων και υπηρεσιών που συνδέονται με τον τουρισμό. Αυτά είναι :
- Η τοπική κουζίνα στους χώρους εστίασης,
- Η ξενοδοχειακή κουζίνα,
- Τα διεθνή εστιατορικά brands υψηλής γαστρονομίας,
- Οι επισκέψιμοι χώροι παραγωγής,
- Τα καταστήματα εμπορίας τροφίμων & ποτών,
- Οι διαδρομές και περιηγήσεις,
- Τα προγράμματα ειδικευμένων tour operators,
- Οι εκδηλώσεις και τα festivals γαστρονομικού ενδιαφέροντος,
- Τα μουσεία και οι εκθέσεις,
- Τα μαθήματα και σεμινάρια που διοργανώνονται,
- Οι περιποιήσεις σε κέντρα ευεξίας (Spa), και
- Οι εκτάσεις με καλλιέργειες.
Είναι φανερό πως τα παραπάνω μπορούν να επηρεάσουν θετικά τρείς κλάδους:
Α) Τον τουριστικό κλάδο, καθώς μέσω της ανάδειξης του γαστρονομικού πλούτου μας, θα δοθεί ένα επιπλέον κίνητρο στους ταξιδιώτες για να εντάξουν τη χώρα μας ως τον επόμενο πιθανό προορισμό τους. Πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη στοιχεία ερευνών που έρχονται από το εξωτερικό. Πιο συγκεκριμένα σε πρόσφατη έρευνα του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, φαίνεται πως το 44% των ταξιδιωτών συγκαταλέγει το φαγητό μέσα στα ανώτερα ιεραρχικά κριτήρια για την επιλογή ενός προορισμού ως τόπο διακοπών. Επίσης σύμφωνα με άλλες έρευνες οι τουρίστες ξοδεύουν το 40% του συνολικού τους ταξιδιωτικού προϋπολογισμού στο φαγητό και στο ποτό, και συνηθίζουν να επισκέπτονται ξανά έναν τόπο σε περίπτωση που αποκομίσουν μια ευχάριστη γαστρονομική εμπειρία. Επιπλέον, είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως όταν ένας τουρίστας μείνει ικανοποιημένος από την κουζίνα μιας περιοχής, είναι διατεθειμένος να δαπανήσει ακόμα μεγαλύτερα ποσά για να δοκιμάσει και άλλα τοπικά εδέσματα αλλά και να αγοράσει γαστρονομικά δώρα. Είναι κατανοητό δηλαδή πως μέσω της ανάδειξης της τοπικής κουζίνας μπορούμε όχι μόνο να προσελκύσουμε επισκέπτες, αλλά να κατορθώσουμε να αυξήσουμε τα ήδη ικανοποιητικά από τον τουρισμό έσοδα. Έναν τουρισμό που αποτελεί κατά μέσο όρο το 16% του Α.Ε.Π και χαρακτηρίζεται ως η βαριά μας βιομηχανία.
Β) Τον αγροτικό κλάδο, καθώς για να καταφέρουμε να αναδείξουμε την γαστρονομική μας ταυτότητα, θα πρέπει να σημάνει επανεκκίνηση του κλάδου αυτού. Είναι πολλοί οι αγρότες εκείνοι και οι παραγωγοί, που μετέτρεψαν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας τις μονάδες παραγωγής τους σε επισκέψιμους χώρους και μουσεία. Παράδειγμα αποτελεί το οινοποιείο Μπουτάρη στη Σαντορίνη, το οποίο δέχεται ετησίως πάνω από 20.000 επισκέπτες αποκομίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σημαντικά οικονομικά οφέλη. Επίσης πρέπει να δοθεί έμφαση στη δημιουργία, την ανάπτυξη και την προώθηση των τοπικών προιόντων ως αποτέλεσμα της αγροτικής δραστηριότητας.
Γ) Τον εξαγωγικό κλάδο, καθώς μέσα από τη δοκιμή της τοπικής κουζίνας (η οποία αποτελεί την καλύτερη έρευνα αγοράς), είναι πολύ πιθανό να προκύψουν ευκαιρίες για εξαγωγή τοπικών προιόντων στο εξωτερικό.
Η Ελλάδα διαθέτει τεράστιο πλούτο σε τοπικές συνταγές και τοπικά προϊόντα. Δυστυχώς ο γαστρονομικός τουρισμός βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακό στάδιο στη χώρα μας και αυτό οφείλεται στην έλλειψη συντονισμού των προσπαθειών, την απουσία στρατηγικής marketing και επαγγελματισμού. Χώρες όπως η Ιταλία η Γαλλία και η Ισπανία έχουν εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις ευκαιρίες που προκύπτουν από την τοπική τους κουζίνα, με αποτέλεσμα σήμερα να γεύονται το αποτέλεσμα της προσπάθειας τους αυτής για την ανάδειξη της κουζίνας τους μέσω των εκατομμυρίων επισκέψεων των οποίων γίνονται αποδέκτες ετησίως.
Ο γαστρονομικός τουρισμός ανήκει στην πολίτικη έξυπνης ανάπτυξης. Αυτό συμβαίνει γιατί η ανάπτυξη του δεν απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε πάγια και άλλα στοιχεία (κάτι που είναι μονόδρομος λόγω της οικονομικής κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα). Το βασικό προϊόν υπάρχει (καλό φαγητό και καλό κρασί). Το μόνο που χρειάζεται είναι η κατάλληλη ανάπτυξη και εφαρμογή μιας στρατηγικής marketing, η οποία θα έχει ως στόχο της, τη δημιουργία ποιοτικών μορφών τουρισμού, τη δημιουργία υπεραξίας (added value) στον τουρίστα και την άμβλυνση της εποχικότητας της τουριστικής περιόδου.